“….Και κάπως έτσι, οι “ημίτρελοι” γονείς μου αποφάσισαν ότι θα ξεκινήσω μαζί τους να ανακαλύπτω τον κόσμο.”
Τι κι αν δε βλέπω καλά – καλά ακόμη, τι κι αν δε θα θυμάμαι όλα τούτα τα πρώτα ταξίδια; Σημασία έχει να φυτευτεί καλά στο υποσυνείδητό μου η αγάπη για τις εκδρομές, τα ταξίδια, τη φύση και τους ανθρώπους!
Έχουν και μια ατάκα μωρέ αυτοί οι δύο, πώς το λένε… Α, «Ταξίδια, για ν’ ανοίγει ο νους κι η ψυχή», το βρήκα! Θεωρούν πολύ σημαντικό βλέπετε, να μεγαλώσω με ανοιχτό νου, να μη γίνω ένας ακόμη στενόμυαλος ενός κόσμου που αγαπάει να μισεί, που ακόμη και αυτά που θα έπρεπε να του διδάσκουν αγάπη να του μαθαίνουν μίσος για το διαφορετικό, αδιαφορία για τη φύση, κι ενδιαφέρον μόνο για τον εαυτό του. Αγαπάνε βλέπετε και ο μπαμπάς και η μαμά μου τον κόσμο. Αγαπούν τη φύση και τους ανθρώπους, θέλουν να ταξιδεύουν, να γνωρίζουν, να χαμογελούν και να ζουν τη ζωή χωρίς αρνητικά συναισθήματα.
Ξεφύγαμε από το θέμα μας όμως, και θα ξεχάσω τι ήθελα να σας αφηγηθώ. Δε θυμάμαι και πολλά βλέπετε, άσε που όλα τριγύρω καινούρια είναι κι έχω τόσα στο μυαλουδάκι μου κάθε μέρα! Ας μιλήσουμε στα γρήγορα για το πρώτο μας αυτό μικρό ταξιδάκι, στις Πρέσπες και την Καστοριά, λίγες μέρες πριν “σαραντίσω”, που λένε. Πιο πριν είχαμε επισκεφτεί και τους παππούδες στη Λάρισα, και τώρα ήμασταν έτοιμοι για το πρώτο τεστάκι. Για να πάρουμε μια ιδέα και να έχουμε μπούσουλα για τα επόμενα, καταλαβαίνετε.
Πρωί Παρασκευής 17 Νοεμβρίου, κι εκεί που νόμιζα ότι θα έχω το γνωστό πρωινό “καθάρισμα πωπού-θηλασμός-κρεβατάκι και πάλι”, πιάνω με την άκρη του ματιού μου τον μπαμπά να βάζει πράγματα στη βαλίτσα και να ρωτάει τη μαμά «Θα ετοιμάσεις εσύ του μωρού;» Χμμ, γιατί με αποκαλούν μωρό παρεμπιπτόντως, αφού Έκτορα με λένε, το γράφει και το διαβατήριο που έχω ήδη βγάλει! Τέλος πάντων, κάποιο συνθηματικό θα είναι, τους συγχωρώ για τώρα.
Φύγαμε από το σπίτι, για πού άραγε;
Θηλάζοντας πρόλαβα να δω και το καρότσι μου, με κάτι χοντρά ρούχα που είχαν φτάσει από τους Ρώσους συγγενείς να φεύγουν κι αυτά για το αυτοκίνητο… Πάει, αυτή η μέρα δε θα ήταν ίδια με τις προηγούμενες τριάντα πέντε, αφού ήρθα σε τούτο τον κόσμο. Ας πιούμε όσο περισσότερο γαλατάκι μπορούμε, ποιος ξέρει τι έχουν αυτοί στο νου τους…
Και μετά, να σας πω την αλήθεια, αποδείχτηκε ότι το αυτοκίνητο έχει υπνωτικό μέσα. Κάτι ρίχνουν εκεί μάλλον και, μόλις ξεκινήσαμε, μου ήρθε νύστα. Ήμουν βέβαια χορτάτος, καθαρός, έπαιζε και μια κέλτικη μουσική, είχε και ζεστούλα, δεν κατάλαβα πότε κοιμήθηκα. Μου είπαν ότι οδηγήσαμε μέσω Εγνατίας στην Καστοριά και στο δρόμο είχε πολλή βροχή. Στην Καστοριά μας περίμεναν πάλι αυτοί οι παππούδες που χοροπηδάνε όταν με βλέπουν, είχαν φτάσει πιο νωρίς από τον Αμπελώνα. Μια στάση θα κάναμε εκεί, για να πάμε μετά σ’ ένα χωριό με το όνομα Άγιος Γερμανός, στις όμορφες Πρέσπες.
Στάση ήθελαν οι ενήλικες, ευκαιρία για μένα να τους δείξω ότι η πάνα μου φούσκωσε κι ήθελε αλλαγή, και το μικρό μου στομαχάκι άδειασε και… ξέρετε, εκεί στο στήθος της μαμάς βρίσκεται για μένα η καλύτερη τροφή του κόσμου. Άσε που είναι και ζεστή πολύ η μαμά! Όσο για το μέρος που μου αλλάξανε την πάνα; Στην εταζιέρα του αυτοκινήτου, με θέα τη λίμνη της Καστοριάς μέσα από το τζάμι, χεχε! Εφευρετικοί οι γονείς μου, δεν πτοούνται από τέτοιες λεπτομέρειες όταν πρόκειται για ταξίδι, όσο για εμένα, μια χαρά θέση είναι εκεί πάνω, αρκεί να μην κάνω μούσκεμα το αυτοκίνητο…
Φτάσαμε στη λίμνη!
Εγώ έπεσα ξανά για υπνάκο, οι συνταξιδιώτες μου έκαναν μια στάση για σπιτικό κολατσιό με θέα την πανέμορφη Καστοριά και τη λίμνη της, και μετά συνεχίσαμε σε μια κλασική φθινοπωρινή διαδρομή μέχρι τον προορισμό μας. Μικρό χωριουδάκι ο Άγιος Γερμανός πλέον, κάποτε είχε 3000 κόσμο. Τώρα, ο παλιός αλλά αναστυλωμένος μύλος, η εκκλησία του Αγίου και τα παραδοσιακά σπίτια, έμειναν να θυμίζουν το παρελθόν. Πάνω κάτω έτσι είναι και τα υπόλοιπα χωριά των Πρεσπών, κάποια εντελώς εγκαταλελειμμένα, άλλα με ελάχιστους κατοίκους, αλλά όλα με καλλιέργειες φασολιών! Αρέσουν πολύ προφανώς τα φασόλια στους συγγενείς μου, αγόρασαν πάνω από τριάντα κιλά από το Συνεταιρισμό πριν φύγουμε, να φανταστείτε! Ελπίζω να μου δώσουν κι εμένα να φάω όταν μεγαλώσω, αν και νομίζω το γαλατάκι μου είναι καλύτερο.
Στη ζεστασιά του ξενοδοχείου, με το τζάκι να μας προσφέρει όμορφη ατμόσφαιρα, τους γονείς και τους παππούδες μου να παίζουν scrabble και να συζητούν κάτι για Πάσχα στη Ρωσία, περάσαμε ξεκούραστα εκείνο το απόγευμα. Ρωσία είπα, και μου φαίνεται ότι έχω κι άλλους παππούδες και συγγενείς κι εκεί, λες κι αυτοί να χοροπηδάνε έτσι και να τρελαίνονται όταν με βλέπουν;;; Πλάκα θα έχει, θα αρχίσω να γελάω κι εγώ μου φαίνεται! Τη νύχτα ήμουν ήσυχος σχετικά, αν και νομίζω ότι πιτσίλισα το σελτεδάκι και τα ρούχα μου όταν η μαμά Αλιόνα μου άλλαξε την πάνα. Συγγνώμη, ήταν ωραία αίσθηση… Μου το συγχωρούν όμως, δεν τους ενοχλεί πολύ.
Ξυπνήσαμε όλοι μαζί, φάγαμε το πρωινό μας -εγώ το γνωστό-, και ξανά στο αυτοκίνητο, μετά στο καρότσι και περπάτημα. Περάσαμε τη γεφυρούλα για το νησί του Αγίου Αχιλλείου, είδαμε τους νεροβούβαλους που έχουν εκεί. όπως και παλιές εκκλησίες. Επίσης είχε και πανοραμική θέα στις λίμνες και τα γύρω φασουλοχώραφα από το λόφο ψηλά, να ξέρετε!
Κι άλλα αξιοθέατα, κι άλλα χωριά στις Πρέσπες
Μια χαρά μέρα μέχρι στιγμής! Και συνεχίστηκε ωραία, με επίσκεψη στο χωριό Πύλη και μέχρι το μνημείο του Δ.Σ.Ε. και τη σπηλιά του Ζαχαριάδη, όπως είναι γνωστή. Είχε κι άλλη σπηλιά εκεί στις λίμνες, όπου οι αντάρτες είχαν το νοσοκομείο τους, απέμειναν τώρα ενθύμια μιας δύσκολης εποχής… Στη σπηλιά ανέβηκε μόνο ο μπαμπάς με τους παππούδες μου, μιας και τα σκαλιά είναι αρκετά. Η μαμά έμεινε μαζί μου στο αυτοκίνητο, ξέρετε, για να με ταΐσει. Εκεί γύρω από τη σπηλιά, ένα υπέροχο δάσος από βελανιδιές, βαμμένο στα χρώματα του φθινοπώρου, άξιζε η ανάβασή τους!
Το χωριό Ψαράδες, όπου οδηγήσαμε στη συνέχεια, αποτελεί και ορμητήριο για βαρκάδες στη Μεγάλη Πρέσπα, όπως και για πεζοπορίες και παρατήρηση της άγριας προστατευόμενης ζωής. Έχει επίσης και αρκετές ψαροταβέρνες στο χωριό, έβλεπα που κάπνιζαν τα τζάκια και οι απορροφητήρες τους. Εμείς αρκεστήκαμε σε φωτογραφίες και κάποια αναμνηστικά, αφού στην Ελλάδα που “θα της κλέψουν τον πολιτισμό οι μετανάστες”, οι Έλληνες δεν έχουν μάθει ακόμη να μην καπνίζουν σε κλειστούς χώρους και να σέβονται το συνάνθρωπό τους και τη φύση. Πού να μπω κι εγώ, μικρό μωράκι, σε τέτοια μαγαζιά…
Δεν πειράζει, κάθε εμπόδιο για καλό! Σε λίγο θα βρισκόμασταν στο χωριό Μικρολίμνη, στην άλλη άκρη της Μικρής Πρέσπας, σ’ ένα καταπληκτικό καφέ-ταβερνάκι στην άκρη της λίμνης, με θέα που γαληνεύει την ψυχή, ανοιχτόκαρδους ιδιοκτήτες και ζεστή ατμόσφαιρα. Το κυριότερο, δεν επιτρέπουν το κάπνισμα οι άνθρωποι μέσα στο χώρο τους! “Τα ψαράδικα του Χάσου” λέγεται, σας το συνιστώ εγώ ο μικρός Έκτορας ανεπιφύλακτα! Εκεί βρήκα ζεστούλα, καθαρή ατμόσφαιρα, εκεί άλλαξα και πάνες γιατί είχα κάνει τα δικά μου πάλι. Α, εκεί είδα και δύο αγοράκια μεγαλύτερα από εμένα, αλλά μωράκια κι αυτά, δίδυμα. Ζωάρα σας λέω!
Είχε νυχτώσει όταν επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο μας, όπου εγώ συνέχισα τη δουλειά μου, δηλαδή γαλατάκι και κακάκια, ξέρετε! Οι γονείς μου πάλι, παρήγγειλαν καινούρια ζεστά ρούχα και παπούτσια (ετοιμάζουν κάτι για τα Χριστούγεννα μου φαίνεται, θα χτυπήσουμε χιλιόμετρα) και κοιμηθήκαμε όλοι μαζί χαρούμενοι.
Τελευταία μέρα, πάμε Καστοριά
Τι άλλο μας έμενε για την επόμενη μέρα, για να ολοκληρωθεί αυτό το πρώτο μου μικρό ταξιδάκι; Ε, λίγο από Καστοριά, στο δρόμο μας ήταν και είχε και λιακάδα επιτέλους! Όχι ότι με ενόχλησε το κρύο των προηγούμενων ημερών, τσάμπα γονίδια Ρωσικά έχουμε; Εμένα ο αέρας έξω μου κάνει καλό, είμαι και ζεστά ντυμένος, δε φοβάμαι τίποτα.
Πριν την Καστοριά ήπιαν τα καφεδάκια στη Μικρολίμνη και πάλι, μιας κι εκτιμούμε το όμορφο, και χαζεύαμε το αφεντικό του μαγαζιού να ετοιμάζει ένα τεράστιο γριβάδι για το μεσημεριανό τραπέζι. Και μετά, κατευθείαν στην πανέμορφη πόλη της Καστοριάς! Όταν μεγαλώσω, θα πάω κι εγώ σίγουρα, μιας και οι δικοί μου φαίνονταν πολύ χαρούμενοι με την επίσκεψή μας εκεί.
Περπατήσαμε παρέα με τα πουλιά της λίμνης δίπλα στο νερό, βγάλαμε φωτογραφιούλες, χαθήκαμε και λιγάκι στα στενά πιο ψηλά στην πόλη. Όλη αυτή η βόλτα στον καθαρό αέρα, με τους γονείς και τους παππούδες μου, μια χαρά με νανουρίζει και κοιμάμαι με τις ώρες.
Και οι ώρες πέρασαν, και να ‘μαι ξύπνιος και πάλι στην εταζιέρα εκεί στα διόδια του Πολύμυλου, να με αλλάζει η μαμά Αλυόνα και μετά να με ταΐζει κιόλας…. Και δώστου ξανά ύπνο, μέχρι το σπιτάκι μας! Είναι ωραίο να με έχουν στο αμάξι μας και να πηγαίνουμε σε διάφορα μέρη, τελικά, πλάκα είχε το Σαββατοκύριακο αυτό.
Και τώρα που τελείωσε, και σας το περιέγραψα κιόλας, σας αφήνω για να μεγαλώσω κι άλλο, να δυναμώσω και να απολαύσω τις χαρές της ζωής στο σπίτι μου, με τους γονείς μου παρέα. Δε θα μου λείψετε πολύ όμως, σε λίγο θα σας γράψω για άλλα μέρη.
Υ.Γ.: Ευχαριστώ τον χαζομπαμπά μου για την ορθή απόδοση των σκέψεών μου, δεν μπορώ μωρέ ακόμα να γράφω μόνος μου. Όταν το καταφέρω, θα συγκρίνω τις ταξιδιωτικές του ιστορίες με αυτές που θα γράφω εγώ, να δούμε τι γίνεται. “
Ο μικρός Έκτορας
Νοέμβριος 2017